Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Πέρα από την υπογεγραμμένη


Από τις γραφικότητες στην ουσία : Θέλουμε ή δεν θέλουμε φορέα για την Ναυτιλία και τις θαλάσσιες υποθέσεις;

Η επιλογή του υφυπουργού Ναυτιλίας, κ. Άδωνι  Γεωργιάδη, να αντικαταστήσει τις πινακίδες του φορέα που εποπτεύει πολιτικά με νέες, γραμμένες στο πολυτονικό (και μάλιστα σε γαλάζιο φόντο, αντί του προηγούμενου μπορντώ, ξεχνώντας πάντως τις υπογεγραμμένες) με βοήθησε σε δύο πράγματα.
Κατ’ αρχήν να θυμηθώ ότι το πολυτονικό υιοθετήθηκε μόλις το 200π.Χ. (δυο αιώνες μετά την κλασική αρχαιότητα), κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους, ακριβώς για να ορίσει  κανόνες προφοράς και έτσι συνεννόησης, η οποία είχε καταστεί εξαιρετικά δυσχερής διαδικασία, εφ’ όσον η ελληνική μιλιόταν σχεδόν σε όλη την Μεσόγειο. (Το αντίστοιχο πρόβλημα προφοράς των Αγγλικών σήμερα ανά τον κόσμο, ίσως αποτελεί ένα ανάλογο ενδιαφέρον γλωσσολογικό παράδειγμα).  Επίσης σε ότι αφορά αυτό το θέμα, η επαναφορά του πολυτονικού στο «κράτος της Ναυτιλίας», με βοήθησε να θυμηθώ και ότι η πεζογράμματος γραφή (δηλαδή τα μικρά γράμματα αντί των κεφαλαίων) υιοθετήθηκε μόλις το 800μ.Χ. ! Ως εκ τούτου θα απορούσε κανείς γιατί ο νέος υφυπουργός δεν έσπευσε να μεταλαμπαδεύσει την αρχαιοελληνική δόξα στην αυθεντική της μορφή υιοθετώντας και τα κεφαλαία, ίσως μάλιστα χωρίς κενά μεταξύ λέξεων, όπως είναι οι επιγραφές που μπορεί να διαβάσει κανείς σε πλήθος μνημείων ανά τον ελληνικό χώρο.

Να ξαναφτιαχτεί υπουργείο Ναυτιλίας

Πέρα απ’ το ελαφρύ του θέματος πάντως, υπάρχει και η ουσία του προβλήματος. Αυτή έχει να κάνει με τον τρόπο κατά τον οποίον η ελληνική Πολιτεία αντιμετωπίζει τελικά τον διαχρονικά  πλέον πλουτοπαραγωγό τομέα της, που είναι η Ναυτιλία. Έναν τομέα (και) στον οποίον η κυβέρνηση Παπανδρέου πειραματίστηκε με απίστευτα αποτελέσματα. Έναν τομέα (και) στον οποίον η σύγχυση αποτέλεσε την βασική παράμετρο μιας χαμένης διετίας. Από την εύλογη αποστρατιωτικοποίηση στην παράλογη απαξίωση. Και με μπόλικα μπρος – πίσω. 

Δεν μπορώ να γνωρίζω αν θα μακροημερεύσει η κυβέρνηση Παπαδήμου, αν θα πέσει πριν το χρονικό όριο που της έχει τεθεί, ή αν επιτύχει το πείραμα σε τέτοιον βαθμό ώστε και μετά τις εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές, επιβληθεί η ίδια ή μια ανάλογη ως αναγκαστική ή ρεαλιστική λύση. Παρά δε το γεγονός ότι έχει δεχθεί αυστηρή κριτική για τον αριθμό των μελών της, στο πεδίο της Ναυτιλίας φαίνεται να επιλέγει έναν ενδιαφέροντα πειραματισμό. Από την υπαγωγή στο Ανάπτυξης (δυο φορές) ή την δημιουργία «υπερυπουργείου» με το Θαλασσίων Υποθέσεων, επιλέχθηκε μια μέση οδός. Στο Ανάπτυξης με ξεχωριστό υφυπουργείο και με συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Κάτι είναι και αυτό. Ίσως μάλιστα πέρα από πρόσωπα, πρέπει να μελετηθεί η λειτουργικότητα της συγκεκριμένης επιλογής. Την ώρα που η Τουρκία θεσμοθετεί υπουργείο Ναυτιλίας (παρεμπιπτόντως δε μεγάλη της εταιρεία  του χώρου, τοποθετείται με σοβαρή επένδυση στο μεγαλύτερο λιμάνι της Μάλτας, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα, με το οποίο θα ασχοληθούμε προσεχώς) αποτελεί παραδοξότητα η κυβέρνηση μιας απ’ τις μεγαλύτερες δυνάμεις του χώρου, να μην έχει ενιαίο και αυτόνομο φορέα που θα είναι αρμόδιος πολιτικά για την Ναυτιλία. Τις Θαλάσσιες Υποθέσεις, ή όπως αλλιώς θέλει να το πει κανείς. Και δεν μπορεί να συνιστά τίτλο  τιμής  σε εκείνους που διαχειρίστηκαν την συγκεκριμένη επιλογή, το γεγονός ότι δεν κατάφεραν να αποσαφηνίσουν, να βάλουν καθαρές γραμμές στην υπόθεση : άλλο πράγμα η αποστρατιωτικοποίηση, άλλο πράγμα η κατάργηση του υπουργείου – φορέα. Κάπως έτσι φτάσαμε από ένα κατ’ αρχήν εκσυγχρονιστικό μέτρο (την ένταξη της αστυνομικής λειτουργίας του Λιμενικού στον φορέα που έχει και τα άλλα αστυνομικά Σώματα) στο αλαλούμ που οδηγούσε – οδήγησε και στην απαξίωση του φορέα. 

Η Ελλάδα, η ελληνική οικονομία, η ελληνική κοινωνία, στηρίζεται στο μεγαλύτερο βαθμό της σε δύο πυλώνες : την Ναυτιλία και τον Τουρισμό. Ιδιαίτερα η Ναυτιλία έχει και βαθιές  ιστορικές, διαχρονικές ρίζες στην χώρα. Για να μην πάμε πολύ παραπίσω, στους δυο τελευταίους αιώνες μεγάλωσαν γενιές Ελλήνων χάρη και στην θάλασσα. Τα εμβάσματα των ναυτικών σίτισαν οικογένειες και οικογένειες. Παραθαλάσσιες πόλεις, με πρωτεύοντα φυσικά τον Πειραιά, νησιά, αλλά και ορεινά χωριά ακόμη, έζησαν (και ζουν ξανά)  χάρη στους θαλασσοδαρμένους ναυτικούς τους.  Είναι γνωστό και τεκμηριωμένο πλέον, άλλωστε έχουν γραφτεί πάρα πολλά επιστημονικά σχετικά συγγράμματα και βιβλία, πως αυτή η παράδοση εξελίχθηκε στο πέρασμα των χρόνων και δημιούργησε αυτό το θαύμα : μια μικρή χώρα να είναι κυρίαρχη των θαλασσών. 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, επιτέλους όμως, αποκρυσταλλώνει την διαφημιζόμενη τελευταία «ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική της Ευρώπης». Οι Βρυξέλες βλέπουν θάλασσα. Αναγνωρίζουν την σημασία της, την αξία της, τον ρόλο της. Η Αθήνα έχει δει απ’ τα χρόνια του Θεμιστοκλή ότι το Φάληρο είναι πολύ κοντά της και ότι ο Πειραιάς θα μπορούσε να γίνει , έγινε, η βάση της ανάπτυξής της. Δεν θέλει, νομίζω, περαιτέρω  επιχειρηματολογία. Θέλει απλή λογική. Η ελληνική κυβέρνηση, αυτή που θα προκύψει, είπαμε, απ’ τις εκλογές, όποτε και αν γίνουν, πρέπει να έχει ένα αυτόνομο φορέα – υπουργείο, που θα ασχολείται με τα θέματα συνολικά της θαλάσσιας οικονομίας.  Ένα υπουργείο Ναυτιλίας δηλαδή, αν και δεν θα κολλήσουμε στο όνομα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου